αζούρ

αζούρ
(γαλλ. ajour). Είδος κεντήματος που γίνεται, στην πρώτη φάση, με την αφαίρεση κλωστών από το ύφασμα και μετά με τη συρραφή, με ειδικό τρόπο, εκείνων που απέμειναν. Υπάρχουν πολλοί τύποι α.
* * *
το (άκλιτο)
είδος διάτρητου κεντήματος, που σχηματίζεται, αν αφαιρέσουμε κλωστές από το ύφασμα και συρράψουμε τις υπόλοιπες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ξεν. < γαλ. ajour «άνοιγμα που επιτρέπει να περνάει το ηλιακό φως
είδος κεντήματος» < πρόθεση a «σε, προς» + jour «ημέρα, ηλιακό φως»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αζούρ — το (λ. γαλλ.), εργόχειρο που φτιάχτηκε με αφαίρεση κλωστών από το ύφασμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κέντημα — Διακόσμηση υφάσματος που εκτελείται με βελόνα και νήμα μεταξωτό, μάλλινο κλπ. Οι συνηθέστερες βελονιές που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία των κ. είναι η αρχαιότατη αλυσοβελονιά, η οποία μοιάζει με πλεξίδα, η σταυροβελονιά, η πισωβελονιά, που… …   Dictionary of Greek

  • τρυπογάζι — το ειδική βελονιά, είδος αζούρ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”